Ο άστεγος που μοιράζεται το φαγητό του με τον σκύλο του...

Το παρακάτω κείμενό μου δημοσιεύτηκε αρχικά στο aixmi.gr την 1η Μαρτίου 2017.

Τον συναντάω καθημερινά τους τελευταίους μήνες, στην ίδια πάντα γωνία στον κεντρικότερο δρόμο του Παλαιού Φαλήρου.
Βρώμικος, αξύριστος, με ένα τσιγάρο μονίμως κολλημένο στο στόμα του και βλέμμα στο κενό, ακούει ένα και μόνο τραγούδι του Δημήτρη Μητροπάνου:

«Όσοι με τον Χάρο γίναν φίλοι, με τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη.
Στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι, πάντα γελαστοί και γελασμένοι
».

Κάθε φορά που τελειώνει, πιάνει στα χέρια του ένα μικρό κασετόφωνο (από τα παλιά, που παίρνουν μόνο κασέτες), πατάει το play και ξανά από την αρχή:

«Της νύχτας οι αμαρτωλοί και της αυγής οι μόνοι,
θέλουν βαρύ ζεϊμπέκικο και νευρικό τιμόνι.
Σε τόπους τριγυρίζουνε σβησμένους απ’ το χάρτη,
για μια σταγόνα ουρανό για μιαν αγάπη σκάρτη
».

Ο Μητροπάνος, το μικρό κασετόφωνο, ένα καρότσι της λαϊκής και μία καρό κουβέρτα, φαίνεται να είναι όλη η περιουσία του.

Δεν είναι όμως μόνος. Δίπλα του, στέκεται η οικογένειά του: ο σκύλος του. Όχι πάνω στο παγωμένο πεζοδρόμιο. Αλλά στην ζεστασιά της καρό κουβέρτας.

Τρώει φαγητό από τα σκουπίδια (ναι, ξέρω πως κατά τον κύριο Αλέκο Φλαμπουράρη δεν υπάρχουν πια άνθρωποι που τρώνε από τα σκουπίδια στην Ελλάδα. Προφανώς πήγα κι έπεσα πάνω στον τελευταίο εναπομείναντα. Να θυμηθώ να παίξω τζόκερ με τέτοια ρέντα…). Αλλά και από τα συσσίτια του Αγίου Αλεξάνδρου, που είναι λίγο πιο πέρα. Αυτήν τη μερίδα, την καθαρή, την φρεσκομαγειρεμένη, δεν την κρατάει ολόκληρη για τον εαυτό του. Την μοιράζεται πάντα με τον σκύλο του.



Αυτός είναι και ο λόγος που στην φωτογραφία που τους τράβηξα σήμερα το πρωί, ο τετράποδος φίλος μου γύρισε τα οπίσθια. Ήταν η ώρα του φαγητού του!

Δεν θυμάμαι πότε έγινε για πρώτη φορά, ούτε γιατί, μα κάποια στιγμή, πλησιάζοντας «στην γωνιά του», τον κοίταξα, του χαμογέλασα και του είπα «καλημέρα». Από τότε, κάθε φορά που θα με δει από μακριά σηκώνει το χέρι του, σαν να με χαιρετάει. Όμως μέχρι να φτάσω κοντά του, έτοιμη να του μιλήσω χωρίς να είμαι σίγουρη τι θα του πω, εκείνος βρίσκει πάντα τον τρόπο να με αποφύγει. Κατεβάζει το κεφάλι και ασχολείται με την κουβέρτα του σκύλου, παριστάνει ότι κάτι ψάχνει στο καρότσι του, σκουπίζει τα χώματα από το παρτέρι…Ίσως να βολεύομαι κι εγώ με αυτήν του την αντίδραση….

Μπροστά του, υπάρχει ένα πλαστικό ποτήρι, άλλοτε άδειο, άλλοτε με λίγα κέρματα μέσα, μα δεν τον έχω ακούσει ποτέ να ζητιανεύει. Δεν τον έχω ακούσει ποτέ να λέει τίποτα.Σε αντίθεση με τον κόσμο, που πάντα λέει πολλά… Περισσότερα από όσα χρειάζεται.

Για κάποιους, είναι ένας ρακοσυλλέκτης που «κλέβει» τους κάδους ανακύκλωσης και πουλάει τα αντικείμενα. Για κάποιους άλλους, ένας άστεγος που κοιμάται στο ίδιο πάντα παγκάκι τις νύχτες και κάθεται «στη γωνιά του» ζητιανεύοντας τις μέρες. Για λίγους, είναι ένας ανόητος που ενώ δεν έχει να φάει δίνει το φαγητό του σε ένα ζώο (ναι, το άκουσα κι αυτό…).

Ο ίδιος, δεν ασχολείται με κανέναν και τίποτα, πέρα από τον σκύλο του. Ακούγοντας πάντα το τραγούδι του Μητροπάνου:


«Όσοι με το Χάρο γίναν φίλοι, με τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη.
Στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι πάντα γελαστοί και γελασμένοι
».

Συχνά αναρωτιέμαι αν στο δικό του μυαλό ο στίχος παραμένει ίδιος ή η λέξη «Χάρος» δίνει τη θέση της σε κάποια άλλη.

«Όσοι με την φτώχεια, την πείνα, την μοναξιά, τον πάτο,
γίναν φίλοι…
», ίσως.

Μα δεν τολμώ να τον ρωτήσω… Τι σημασία έχει άλλωστε; Μόνο εκείνη την «καλημέρα» συνεχίζω να του λέω με χαμόγελο.

Ο άνθρωπος είναι άστεγος και δεν έχει να φάει. Τι να την κάνει την καλημέρα σου;, μαλώνω καμιά φορά τον εαυτό μου.

Μα μετά σκέφτομαι πως, ένας άστεγος που μοιράζεται το ελάχιστο καθαρό φαγητό του με τον σκύλο του, ίσως να εκτιμά την αξία μιας καλημέρας, περισσότερο από πολλούς «στεγασμένους»

Υ.Γ. Τα τραγούδια ανήκουν στου δημιουργούς τους και το σπουδαίο «Πάντα γελαστοί» το δημιούργησαν οι Θάνος Μικρούτσικος και Άλκης Αλκαίος. Όμως, με όλο το σεβασμό, είμαι βέβαιη πως ο άστεγος του Παλαιού Φαλήρου, το ακούει και για τον Δημήτρη Μητροπάνο…Γι αυτό το αποκάλεσα «τραγούδι του Μητροπάνου».

Comments